Με αφορμή το Δελτίο Τύπου που έλαβα από το δήμο για την «καθιερωμένη ΜΕΓΑΛΗ ΕΜΠΟΡΟΠΑΝΗΓΥΡΗ ΓΟΝΝΩΝ» που θα γίνει από τις 10 μέχρι τις 16 Απριλίου στο χώρο κάτω του Δημοτικού Σταδίου Γόννων είπα να γράψω κι εγώ δύο λόγια.
Η πολιτική ιστορία της Ελλάδας διαβάζεται ανάγλυφα στην καθημερινή της συναλλαγή, αφού αναγκαστικά περνάει μέσα από την αρχαία αγορά και στη συνέχεια στο ρωμαϊκό φόρουμ, από κει στην καθαρά εμπορική βυζαντινή αγορά, κατόπιν στο οθωμανικό παζάρι, που με τη σειρά τους όλα αυτά έγιναν άξαφνα shops / stores, ύστερα super market και εν τέλει φτάσαμε στα ενοποιημένα κι απρόσωπα «Γαία», «Plaza», κ.α. Παρ’ όλα αυτά, η εμπορική συναλλαγή στην Ελλάδα ποτέ δεν πρόκειται να υιοθετήσει απόλυτα το «πώς μπορώ να σας εξυπηρετήσω» και άλλες τέτοιες εκφράσεις, γιατί εξακολουθεί να υπάρχει, μια ψυχική-ανθρώπινη προσέγγιση, μεταξύ πωλητή-αγοραστή. Για τον λόγο αυτό, είναι αδιανόητο να αγοράσεις κάτι χωρίς να κάνεις παζάρι, αφού το τίμημα είναι πάντοτε ενδεικτικό. Ο νεοέλληνας καλώς ή κακώς, πάντα κάπου θα βασιστεί (π.χ. κοινή καταγωγή, αμοιβαίο γνωστό, κλπ), ώστε να ανακαλύψει οποιουδήποτε βαθμού και είδους εγγύτητα με τον συνομιλητή του, γι’ αυτό ρωτάει πάντα «τίνος είσαι συ;». Αν υπάρχει σημείο επαφής, πάμε καλά. Αν όχι, σε στέλνει …(υπάρχουν πολλοί τρόποι). Άρα στην ουσία, δεν πρόκειται για την ξερή αμφοτεροβαρή δικαιοπραξία της πώλησης, αλλά για «ανταλλαγή».
Όλα, λοιπόν, ξεκινούν από παλιά, από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και τα ζωοπανηγύρια. Είναι ο παλαιότερος θεσμός των αγροτικών περιοχών που συνδύαζε το πανηγύρι επ' ευκαιρία μιας θρησκευτικής γιορτής με τις αγοραπωλησίες ζώων παραγωγής σε ένα ανοιχτό χώρο (ζωοπάζαρο), μια παράδοση η οποία αποτέλεσε τον προάγγελο των σημερινών Εμποροπανηγύρεων. Το παζάρι είναι υπαίθριος χώρος δημόσιας αγοράς. Η λέξη παζάρι προέρχεται από το τουρκοπερσικό pazar=αγορά. Στο παζάρι για την αγορά ή πώληση των διαφόρων προϊόντων γινόταν διαπραγμάτευση ως προς την τιμή τους, την αξία τους, γίνονταν δηλαδή παζαρέματα. Έτσι έχουμε και τις λέξεις όπως : Παζαριώτς : ο άνθρωπος που πάει στα παζάρια για ψώνια, παζάριμα : η προσπάθεια μείωσης της τιμής, παζαρόσκυλου : 1. το άτομο που γυρνάει όλη μέρα στο παζάρι χωρίς να ψωνίζει τίποτε, 2. το αδέσποτο σκυλί (που τριγυρνάει στο παζάρι μήπως βρει κάτι να φάει), αλλά και τις λαϊκές ρήσεις όπως : «Φοβέρισε τον κώλο σου, μην κλάσει στο παζάρι».
Το Παζάρι των Γόννων, που η φήμη του ξεπερνά τα όρια του χωριού και αγκαλιάζει το σύνολο της περιοχής ως μία από τις πρώτες ανοιξιάτικες εμποροπανηγύρεις, έρχεται και πάλι πιστό στο ραντεβού του στις αρχές του Απρίλη, για να βάλει τη δική του πινελιά στη ζωή μας. Οι έμποροι θα απλώσουν την πραμάτεια τους και θα περιμένουν πολίτες κάθε ηλικίας για τις αγορές τους. Σίγουρα πρόκειται για εκατοντάδες επισκέπτες, οι οποίοι πέρα από τα ψώνια και την διασκέδασή τους θα χαρούν – τουλάχιστον οι παλαιότεροι - μυρωδιές από το παρελθόν. Ένα παρελθόν που φτάνει μέχρι την τουρκοκρατία, όταν στο ίδιο σημείο διεξάγονταν το περίφημο «Πρώτο Ανοιξιάτικο Παζάρι».
Παλαιότερα αυτό ξεκινούσε τις δύο πρώτες μέρες με τις αγοραπωλησίες ζώων. Εκεί οι ζωέμποροι και οι τσιγγάνοι, έκοβαν και έραβαν. Αγόραζαν, πωλούσαν και έκαναν τράμπες (ανταλλαγές). Οι τσιγγάνοι στις αγοραπωλησίες μεγάλων ζώων ήταν μαέστροι. Πάντα αγόραζαν ένα ζώο φτηνά και ως την άλλη μέρα το μεταπωλούσαν ή το αντάλλασαν ακριβά. Όσα «αλοϊκά κλωτσούσαν» ή ήταν γέρικα και εξαντλημένα, οι «γύφτοι» τους έκαναν διάφορες ενέσεις, τα μεταμόρφωναν προσωρινά, σε ήμερα και γεροδεμένα και τα πωλούσαν πολύ ακριβότερα απ’ ότι τα είχαν αγοράσει. Λέγεται, ότι κάποιος πούλησε το γέρικο μουλάρι του και μετά από μερικές μέρες το ξανα-αγόρασε από «γύφτους» πολύ ακριβότερο, αφού με ενέσεις το παραμόρφωσαν και δεν το αναγνώρισε. Όταν πλησίασε στο σπίτι του απόρησε πως το νέο μουλαράκι ήξερε τόσο καλά την περιοχή. Μόλις έφτασαν στο σπίτι, το μουλαράκι κατ΄ ευθείαν στην ταΐστρα του πήγε !
Ο καιρός έφερε την ανάγκη να αναπτυχθούν μαζί με την ζωοπανήγυρη παράλληλες εμπορικές δραστηριότητες γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα το σημείο να γίνει ο χώρος συνάντησης και οικονομικής συναλλαγής πολλών ανθρώπων τόσο των Γόννων όσο και των χωριών της γύρω περιοχής. Αργότερα όταν το παζάρι είχε, κυρίως εμπορικό χαρακτήρα, το αποκαλούσαν εμποροπανήγυρη. Βέβαια και ο θρησκευτικός χαρακτήρας κατείχε πρωτεύουσα θέση, όταν αυτό γινόταν ακριβώς μετά το Πάσχα γιατί συνέπιπτε με τη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής, γιόρταζε η εκκλησία της «Παναγίας» και ολόκληρη η κάτω γειτονιά. Στο παζάρι συμμετείχε ολόκληρο το χωριό, με ιδιαίτερη χαρά. Ήταν μια ευκαιρία να ξεχάσουν τα βάσανα μιας ολόκληρης κοπιαστικής χρονιάς και να προετοιμαστούν για τη δύσκολή εποχή με τη φυτεία των καπνών, το θέρο, τα αλώνια αλλά τις άλλες αγροτικές εργασίες. Στο παζάρι, έκαναν έντονη την παρουσία τους οι νέοι του χωριού, που «γάμπριζαν». Με τη λήξη του εκκλησιασμού άρχιζαν στις υπαίθριες ταβέρνες οι χοροί με τα κλαρίνα, τα βιολιά, τα νταούλια και τις «Ντιζέζ». Ένα καθιστικό κομμάτι στην αρχή κι έπειτα στα τρία για να μπουν όλοι στο χορό, ο τσάμικος και ο καλαματιανός που τον προτιμούσαν περισσότερο οι γυναίκες, ακολουθούσαν ο συρτός, τα τσιφτετέλια και άλλοι. Έτρωγαν το γνωστό κεμπάπ και αρνιά ψητά, έπιναν τσίπουρο και κρασί, κερνούσαν τις παρέες και κείνες ανταπέδιδαν το κέρασμα. Γινόταν όμως και καβγάδες με κυριότερο λόγο για τη σειρά προτεραιότητας στο χορό. Είναι χαρακτηριστικές οι περιγραφές για το παζάρι, των δικών μας οργανοπαιχτών Γιάννη Καλούση και Κώστα Ριζούλη στα δύο ντοκιμαντέρ που ετοίμασα για αυτούς.
Με το πέρασμα των χρόνων το παζάρι έχασε τη ζωοπανήγυρη, διατηρώντας όμως αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά μιας μεγάλης εμποροπανήγυρης. Οι κάτοικοι, ντόπιοι και επισκέπτες, είχαν την ευκαιρία να αναδιοργανώσουν τις κοινωνικές τους σχέσεις, είτε σε οικογενειακό είτε σε ευρύτερο επίπεδο, να συνάψουν συμφωνίες οικονομικής φύσης, ακόμη και μία ευκαιρία για τα δύο φύλα να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να γίνουν συνοικέσια ή δεσμοί που τις περισσότερες φορές οδηγούσαν σε γάμους. Η ατμόσφαιρα θύμιζε γιορτή, καθώς ήταν μια ευκαιρία για φίλους και συγγενείς να ξαναβρεθούν, καθώς δεν υπήρχαν ξενοδοχεία, όσοι έρχονταν για το παζάρι αναγκάζονταν να διαμένουν σε φιλικά και συγγενικά σπίτια. Στην ακμή του το Παζάρι διαρκούσε και 10 ημέρες, πάντα στις αρχές της Άνοιξης, ενώ το ενδιαφέρον, παλαιότερα, μεταξύ άλλων κέρδιζαν οι παράλληλες αγροτικές εκθέσεις, το τσίρκο, ο γύρος του θανάτου, ο Τζιμ Αρμάου που έκανε νούμερα επίδειξης δύναμης και φυσικά το λούνα Παρκ, τόπος διασκέδασης μικρών και μεγάλων με τις βάρκες, τις «παλάντζες», τα αλογάκια και αργότερα τα συγκρουόμενα κουρσάκια. Πέρα από τα πάσης φύσεως εμπορεύματα που διατίθενται, τα προϊόντα που χαρακτηρίζουν όσο λίγα το Παζάρι είναι ο χαλβάς Φαρσάλων, και υπαίθριες ταβέρνες – «υπαίθρια μπουζουξίδικα» τα χαρακτηρίζει ένας λαογράφος – τα σουβλατζίδικα, ενώ την καρδιά των μικρών επισκεπτών κερδίζει ολοκληρωτικά το λούνα Παρκ.
Η διαφοροποίηση άρχισε από τις δεκαετία του ’70 – ΄80 και μετά. Τίποτα δεν ήταν το ίδιο και σήμερα έχουμε μπροστά μας κάτι τελείως διαφορετικό από το παρελθόν. Το όλο θέμα πέρασε από τη λαογραφία στην κοινωνιολογία … Τα παζάρια, στοιχείο και αυτό της οργάνωσης του χώρου στα πλαίσια συγκεκριμένων οικονομικών λειτουργιών, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον των λαογράφων και εθνολόγων διεθνώς, γιατί ακριβώς δεν παρέμειναν χώροι ανταλλαγής υλικών αγαθών μόνο, αλλά εξελίχθηκαν σε σταυροδρόμια πολιτισμού. Τα παζάρια, σαν θεσμός, είναι καταχωρημένα στις συλλογικές συνειδήσεις των προβιομηχανικών κοινωνιών ως κοινωνικά και πολιτιστικά αγαθά. Εκεί, μαζί με τα προϊόντα σμίγουν διαφορετικές νοοτροπίες, διασταυρώνονται ετερόκλητες κοινωνικές αξίες, εκτίθεται η κοινωνική και - ευρύτερα - εθνολογική ετερότητα. Αναμφίβολα και το Παζάρι των Γόννων αποτελεί στοιχείο της συλλογικής μας μνήμης, αλλά και της λαϊκής μας παράδοσης. Έρχεται από μακριά και όλα δείχνουν ότι θα συνεχίσει για πολύ ακόμα να φιλοξενεί στους χώρους του επισκέπτες που μ’ αυτόν τον τρόπο έρχονται σ’ επαφή με ένα ιδιότυπο άρωμα Ανατολής …. Το «μνημόνιο», η δυσκολότερη πρόσβαση στην πόλη με την αύξηση των εισιτηρίων και της βενζίνης, η μείωση μισθών, συντάξεων και όλα όσα αυτά συνεπάγονται μάλλον θα κάνουν τα παζάρια να ξανα-ανθίσουν, αν δεν τα βάλει στο μάτι της η Τρόικα και το υπουργείο Οικονομικών με τις ταμειακές και τον ΦΠΑ …
Παρ’ όλα αυτά το παζάρι των Γόννων δεν θα είναι όπως παλιά γιατί ήδη έχει από καιρό χάσει το λαϊκό χαρακτήρα της εποχής εκείνης και έχουμε ευθύνες όλοι για αυτό. Αν είναι όμως να το συνεχίσουμε ας του δώσουμε μια ευκαιρία ανάπτυξης με προτάσεις όπως :
1. Την καθιέρωση ενός παζαριού βιβλίου για ανταλλαγή βιβλίων που ήδη έχουμε διαβάσει. Ακόμα και η καθιέρωση μιας οργανωμένης εκποίησης βιβλίου θα μπορούσε να καθιερωθεί.
2. Την καθιέρωση μίας ή δύο ημερών χαριστικού παζαριού που τόσο διαδεδομένο είναι αλλού και δεν είναι τίποτα άλλο από ένα παζάρι προσφοράς, διάθεσης ή ανταλλαγής αντικειμένων χωρίς χρηματικό αντίτιμο. Κάτι που για κάποιον από μας μπορεί να μην είναι χρήσιμο για κάποιον άλλον μπορεί και να είναι αναγκαίο! Γιατί άλλο αξία και άλλο τιμή... και πράγματα χάνουν την αξία τους όταν δεν χρησιμοποιούνται! Το χαριστικό παζάρι θα είναι και μια προσπάθεια για μια αλληλέγγυα οικονομία και έναν διαφορετικό τρόπο «κατανάλωσης», ένα πάρε–δώσε χωρίς χρήματα, ένα πάρε-δώσε ανταλλαγής και αλληλεγγύης...
3. Αλλά και την καθιέρωση, στο ίδιο χρονικό διάστημα, παράλληλων εκδηλώσεων – εκθέσεων τόσο φορέων όσο και ιδιωτών δημοτών
Δε ζητάω πολλά, απλά σκέφτομαι δημόσια …
blog του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΟΥΓΟΥΛΙΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου