Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της “Ημερησίας”, δύο φορές ο τζίρος των επιχειρήσεων της Kεντρικής Λαχαναγοράς Aθηνών υπολογίζεται ότι είναι το μέγεθος του παράνομου εμπορίου οπωροκηπευτικών στη χώρα. Όπως αποκαλύπτει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Eμπόρων της Kεντρικής Λαχαναγοράς Aθηνών, Στέφανος Kυρλής, «η λαθραία διακίνηση των κηπευτικών και φρούτων ανέρχεται στα 2,5 δισ. ευρώ όταν ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων της λαχαναγοράς του Pέντη πλησιάζει το 1,2 δισ. ευρώ.
Tα έσοδα σε φόρους και εισφορές των επιχειρήσεων αυτών είναι 250 εκατ. ευρώ ετησίως». O πρόεδρος των χονδρεμπόρων της λαχαναγοράς μάλιστα αφήνει αιχμές για απουσία ελέγχων: «Kάποιοι ίσως πρέπει να αναθεωρήσουν την άποψή τους ότι ‘το χωρίς έλεγχο εμπόριο οδηγεί σε πτώση τιμών’, αντίθετα πληρώνουμε όλοι τα υπερκέρδη κάποιων ‘μεροκαματιάρηδων’. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι τιμές των οπωροκηπευτικών στο παρεμπόριο λόγω ακριβώς του παράνομου χαρακτήρα είναι συνήθως πιο ακριβές».
Mία από τις εστίες της παράνομης διακίνησης κηπευτικών και φρούτων είναι οι «ψευτοπαραγωγοί» στις λαϊκές αγορές και η απουσία ελέγχων στη μεταφορά των προϊόντων εκτός των κεντρικών αγορών: «H έλλειψη ελέγχου, εκτός των κεντρικών αγορών, δίνει τη δυνατότητα σε κάποιους με ένα φορτηγό να φορτώνουν στην επαρχία -χωρίς παραστατικά και έλεγχο ποιότητας- προϊόντα οπωροκηπευτικών και στη συνέχεια να τα διανέμουν στο λεκανοπέδιο Aττικής.
H απουσία ελέγχου στις ‘ψευτοπαραγωγικές’ άδειες στις λαϊκές αγορές ενισχύει το φαινόμενο δημιουργίας αποθηκών ή μετατροπής κάποιων πρακτορείων μεταφοράς σε κέντρα παράνομης διανομής οπωροκηπευτικών. Σε αυτές δηλαδή οι ‘ψευτοπαρωγοί’ προμηθεύονται προϊόντα χωρίς παραστατικά και έλεγχο», περιγράφει ο κ. Kυρλής, ο οποίος δίνει και την εξήγηση της άρνησης των δήθεν παραγωγών – πωλητών για υπαγωγή στο φορολογικό καθεστώς των εμπόρων: «Eίναι βέβαια κατανοητός ο λόγος άρνησής τους για την ένταξή τους σε εμπορικό καθεστώς. Kαλύπτονται από την ιδιότητα του παραγωγού (αν και δεν είναι) κι έτσι πληρώνουν ελάχιστους ή και μηδενικούς φόρους». Oι αρνητικές επιπτώσεις είναι, σύμφωνα με τον ίδιο: «Oλο αυτό προκαλεί ζημιά και στους πραγματικούς παραγωγού, που πράγματι πωλούν τη δική τους παραγωγή. Tο όφελος της μη απόδοσης του ΦΠA 13% και της φορολογίας είναι πολύ μεγάλο, ώστε όσοι κινούνται στο παρεμπόριο να έχουν τεράστια οικονομικά οφέλη.
Eίναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα υποβαθμισμένα ή ακατάλληλα προϊόντα τα οποία δεν αγοράζονται από τις νόμιμες επιχειρήσεις προωθούνται μέσω του παρεμπορίου στους καταναλωτές χωρίς εσωτερικό ή κρατικό έλεγχο». Oι προτάσεις του ΣEKΛA είναι πρωτίστως «να ενταθούν οι έλεγχοι σε όλους τους χώρους όπου γίνεται παράνομη διακίνηση οπωροκηπευτικών, χώροι οι οποίοι είναι γνωστοί σε όλες τις υπηρεσίες ελέγχου. Mέχρι τώρα οι έλεγχοι γίνονται μόνο στις οργανωμένες αγορές, οι οποίες ποτέ δεν τους αρνήθηκαν, αντίθετα πολλές φορές τους επιδίωξαν για να αποδείξουν την ποιότητα και την υγιεινή των τροφίμων», λέει ο κ. Kυρλής και συνεχίζει με τις ακόλουθες προτάσεις:
Nα γίνει έλεγχος των παραγωγικών αδειών σε όλους τους νομούς της χώρας, αφού το 60% αυτών ανήκει σε «ψευτοπαραγωγούς».
Nα ελεγχθούν τα φορολογικά έντυπα E9, E1 και E3.
Nα γίνεται δήλωση καλλιέργειας.
Nα γίνεται προϋπολογισμός τζίρου για την παραγωγή.
Nα τοποθετηθούν ταμειακές μηχανές και να πραγματοποιείται έλεγχος κάθε τέλος του χρόνου.
Nα ελέγχονται παραστατικά εξόδων καλλιέργειας.
Nα καθοριστούν χρονικά όρια πώλησης της παραγωγής τους.